Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἀποφαγεῖν — ἀπεσθίω eat aor inf act (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποφάγι — φάι κ. φαγούδι συνήθως στον πληθ. υπολείμματα φαγητού. [ΕΤΥΜΟΛ. < απο * + φαγί ή < (αρχ. απαρέμφ.) αποφαγείν] … Dictionary of Greek